ἀκηρυκτεί

From LSJ
Revision as of 16:55, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

κνέφας δὲ τέμενος αἰθέρος λάβῃ → and darkness had covered the region of the sky

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκηρυκτεί Medium diacritics: ἀκηρυκτεί Low diacritics: ακηρυκτεί Capitals: ΑΚΗΡΥΚΤΕΙ
Transliteration A: akērykteí Transliteration B: akēryktei Transliteration C: akiryktei Beta Code: a)khruktei/

English (LSJ)

and ἀκηρ-υκτί, Adv. A without flag of truce, ἐπιμείγνυσθαι Th. 2.1; πολεμεῖν D.C.50.7.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκηρυκτεί: καὶ -τί, ἐπίρρ., ἡ ἄνευ κήρυκος ἐν πολέμῳ ἐπιμιξία, Θουκ. 2.1, ἀλλ’ ἐν Δίων. Κ. 50.7, ἄνευ παραδοχῆς κήρυκος, πρβλ. ἑπόμ.

French (Bailly abrégé)

adv.
sans héraut.
Étymologie: ἀκήρυκτος.

Greek Monolingual

ἀκηρυκτεὶ και –κτὶ επίρρ. (Α) ἀκήρυκτος
χωρίς τη μεσολάβηση κηρύκων, χωρίς επίσημη προαγγελία, ακήρυκτα.

Greek Monotonic

ἀκηρυκτεί: και -τί, επίρρ., χωρίς την ανάγκη της σημαίας της ανακωχής, απροκήρυκτα, χωρίς κήρυκα, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἀκηρυκτεί: или ἀκηρυκτί adv. без глашатая (ἐπιμίγνυσθαι παρ᾽ ἀλλήλους Thuc.).

Middle Liddell

[from ἀκήρυκτος
without needing a flag of truce, Thuc.