προαγγελία

From LSJ

μήτε τέχνῃ μήτε μηχανῇ μηδεμιᾷ θάνατον ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν καταψηφίσησθε → let neither art nor craft induce you to condemn those men

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προαγγελία Medium diacritics: προαγγελία Low diacritics: προαγγελία Capitals: ΠΡΟΑΓΓΕΛΙΑ
Transliteration A: proangelía Transliteration B: proangelia Transliteration C: proaggelia Beta Code: proaggeli/a

English (LSJ)

ἡ, previous announcement, Ruf. Rh.p.401 H.

German (Pape)

[Seite 704] ἡ, Vorherverkündigung (?).

Greek (Liddell-Scott)

προαγγελία: ἡ, τὸ προαγγέλλειν, Οἰκουμεν. Ἀποκάλυψ. σελ. 305, 30., 338, 12, κλπ.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ προαγγέλλω
1. η ενέργεια του προαγγέλλω, αγγελία η οποία δίνεται από πριν για κάτι που πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, προαναγγελίαπροαγγελία καταιγίδας»)
2. προφητεία, μαντεία
νεοελλ.
συνεκδ. αυτό που ανακοινώνεται από πριν, που προαναγγέλλεται, προμήνυμα, προειδοποίηση.