ἀντιπυρσεύω
From LSJ
English (LSJ)
(πυρσός) A return signals, Plb.8.28.3, 10.46.1.
German (Pape)
[Seite 260] dagegen ein Feuersignal geben, ein solches erwidern, Pol. 8, 30.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπυρσεύω: ἀπαντῶ εἰς τὸ διὰ πυρσοῦ σημεῖον δι’ ἀνυψώσεως ἄλλου πυρσοῦ, ἔνδοθεν ἀνιπυρσεῦσαι, Πολύβ. 8. 30, 3.
Spanish (DGE)
enviar a su vez señales de fuego abs. τοὺς δὲ περὶ τὸν Τραγίσκον ... ἔνδοθεν ἀντιπυρσεῦσαι Plb.8.28.3, cf. 10.46.1.
Greek Monolingual
ἀντιπυρσεύω (Α)
απαντώ σε σινιάλο πυρσού υψώνοντας άλλον πυρσό.
Russian (Dvoretsky)
ἀντιπυρσεύω: отвечать сигнальными огнями Polyb.