διδακτήριος

From LSJ
Revision as of 16:32, 22 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῐδακτήριος Medium diacritics: διδακτήριος Low diacritics: διδακτήριος Capitals: ΔΙΔΑΚΤΗΡΙΟΣ
Transliteration A: didaktḗrios Transliteration B: didaktērios Transliteration C: didaktirios Beta Code: didakth/rios

English (LSJ)

ον, = διδακτικός (apt at teaching) ; τὸ διδακτικόν proof, Hp. Acut. 39.

Greek (Liddell-Scott)

δῐδακτήριος: -ον, = τῷ ἑπομ.· τὸ διδακτήριον, ἀπόδειξις, Ἱππ. Ὀξ. 390.

Greek Monolingual

-ια, -ο (Α -ος, -ον) διδάσκω
διδακτικός
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το διδακτήριο
σχολικό κτήριο
αρχ.
το ουδ. ως ουσ. το διδακτήριο
απόδειξη («ἀλλ' αὐτὸ το πρῆγμα ἐπικαιρότατόν ἐστιν διδακτήριον», Ιπποκρ).