μυρμηκάνθρωποι

From LSJ
Revision as of 04:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυρμηκάνθρωποι Medium diacritics: μυρμηκάνθρωποι Low diacritics: μυρμηκάνθρωποι Capitals: ΜΥΡΜΗΚΑΝΘΡΩΠΟΙ
Transliteration A: myrmēkánthrōpoi Transliteration B: myrmēkanthrōpoi Transliteration C: myrmikanthropoi Beta Code: murmhka/nqrwpoi

English (LSJ)

οἱ, ant-men, title of play by Pherecrates, Ath. 6.229a.

German (Pape)

[Seite 220] οἱ, die Ameisenmenschen, Titel einer Comödie des Pherekrates, Ath. VI, 229.

Greek (Liddell-Scott)

μυρμηκάνθρωποι: οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, κωμῳδία τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α.

Greek Monolingual

μυρμηκάνθρωποι, οἱ (Α)
1. άνθρωποι οι οποίοι προέρχονται από μυρμήγκια ή άνθρωποι που μοιάζουν με μυρμήγκια
2. ως κύριο όν. Μυρμηγκάνθρωποι
τίτλος κωμωδίας του Φερεκράτους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρμηξ, -ηκος «μυρμήγκι» + ἄνθρωπος.