νυκτικλέπτης

From LSJ
Revision as of 05:20, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτῐκλέπτης Medium diacritics: νυκτικλέπτης Low diacritics: νυκτικλέπτης Capitals: ΝΥΚΤΙΚΛΕΠΤΗΣ
Transliteration A: nyktikléptēs Transliteration B: nyktikleptēs Transliteration C: nyktikleptis Beta Code: nuktikle/pths

English (LSJ)

ου, ὁ, thief of the night, AP11.176 (Lucill.).

Greek (Liddell-Scott)

νυκτικλέπτης: -ου, ὁ, ὁ κατὰ τὴν νύκτα κλέπτων, κλέπτης τῆς νυκτός, Ἀνθ. Π. 11. 176· Πλανούδ. νυκτοκλ-, ὡς παρὰ Θεοδ. Προδρ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
voleur de nuit.
Étymologie: νύξ, κλέπτω.

Greek Monolingual

νυκτικλέπτης, ὁ (Α)
βλ. νυκτοκλέπτης.

Greek Monotonic

νυκτικλέπτης: -ου, ὁ, κλέφτης που δρα τη νύχτα, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

νυκτικλέπτης: ου ὁ ночной вор Anth.

Middle Liddell

νυκτι-κλέπτης, ου, ὁ,
thief of the night, Anth.