ξυλοσπόγγιον
From LSJ
English (LSJ)
τό, sponge on a stick, Hippiatr.69,100.
German (Pape)
[Seite 281] τό, dim. zum Folgdn, Sp.
Greek Monolingual
ξυλοσπόγγιον, τὁ, ἡ ξυλόσπογγος, ὁ (Α)
σπόγγος δεμένος στο άκρο ξύλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξυλον + σπογγίον.
Full diacritics: ξῠλοσπόγγιον | Medium diacritics: ξυλοσπόγγιον | Low diacritics: ξυλοσπόγγιον | Capitals: ΞΥΛΟΣΠΟΓΓΙΟΝ |
Transliteration A: xylospóngion | Transliteration B: xylospongion | Transliteration C: ksylospoggion | Beta Code: culospo/ggion |
τό, sponge on a stick, Hippiatr.69,100.
[Seite 281] τό, dim. zum Folgdn, Sp.
ξυλοσπόγγιον, τὁ, ἡ ξυλόσπογγος, ὁ (Α)
σπόγγος δεμένος στο άκρο ξύλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξυλον + σπογγίον.