Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
Full diacritics: προσέρδω | Medium diacritics: προσέρδω | Low diacritics: προσέρδω | Capitals: ΠΡΟΣΕΡΔΩ |
Transliteration A: prosérdō | Transliteration B: proserdō | Transliteration C: proserdo | Beta Code: prose/rdw |
sacrifice to, Νύμφῃσι θῆλυ καὶ ἄρρεν IG12(8).358 (Thasos, v B.C.).
προσέρδω: προσφέρω θυσίαν, θύω, πρ. Νύμφηισι κἀπόλλωνι θῆλυ καὶ ἄρσεν Ἐπιγραφ. Θάσου ΙΑ 379.
Α
προσφέρω θυσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἔρδω «ποιώ, εκτελώ»].