ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
Full diacritics: προστῠπής | Medium diacritics: προστυπής | Low diacritics: προστυπής | Capitals: ΠΡΟΣΤΥΠΗΣ |
Transliteration A: prostypḗs | Transliteration B: prostypēs | Transliteration C: prostypis | Beta Code: prostuph/s |
ές, adherent, ὑμένες Archig. ap. Gal.8.91, cf. Sor.2.41, Gal.14.710: c. dat., Ruf.Anat.4; θρόνῳ π. J.AJ3.6.5; cf. sq.
-ές, Α προστύπτω
αυτός που είναι προσκολλημένος σε κάτι («προστυπεῑς ὑμένες», Γαλ.).