ἀκερωσύνη
From LSJ
μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
English (LSJ)
dub. in Suid. A s.v. ἀκεραιοσύνη.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκερωσύνη: ἡ, στέρησις κεράτων, Σουΐδ.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ inocencia, candidez Sud.s.u. ἀκεραιοσύνη.