ἐργοδοτέω
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
English (LSJ)
let out work, opp. ἐργολαβέω, Apollod.Com.20, CIG 2826.5 (Aphrodisias).
German (Pape)
[Seite 1020] Arbeit geben, verdingen, Comic. bei Phryn. p. 344; B. A. 94.
Greek (Liddell-Scott)
ἐργοδοτέω: δίδω ἐργασίαν κατ’ ἀποκοπήν, ἀντίθετον τῷ ἐργολαβέω, Ἀπολλόδ. ἐν Ἀδήλ. 8, Συλλ. Ἐπιγρ. 2826. 5.