διακίνημα

From LSJ
Revision as of 22:15, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Οὔκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ → No one is so foolish that they wish to die

Sophocles, Antigone, 220
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διακῑνημα Medium diacritics: διακίνημα Low diacritics: διακίνημα Capitals: ΔΙΑΚΙΝΗΜΑ
Transliteration A: diakínēma Transliteration B: diakinēma Transliteration C: diakinima Beta Code: diaki/nhma

English (LSJ)

ατος, τό, displacement of a bone, partial dislocation, Hp.Fract.37 (pl.), Gal.19.461, Id. ap. Orib. 47.5.1.

German (Pape)

[Seite 582] τό, ein leichtes Ausweichen der Knochen, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

διακίνημα: τό, ἐκτόπισις, ἐκτροπὴ ὀστοῦ τινος, μερικὴ ἐξάρθρωσις, Ἱππ. Ἀγμ. 775· - οὕτω, διακίνησις, εως, ἡ, Γαλην. 12. σ. 456.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
medic. dislocación, luxación parcial τῶν ὀστέων Hp.Fract.37, cf. Gal.19.461, ἡ τῶν κατ' ἀγκῶνα διακινημάτων θεραπεία ῥᾴστη Gal. en Orib.47.5.1.

Greek Monolingual

διακίνημα, το (Α)
μετατόπιση οστού, εξάρθρωση.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διακίνημα -ατος, τό [διακινέω] dislocatie (van botten).