Λιβύαθεν
From LSJ
Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)
Middle Liddell
French (Bailly abrégé)
adv.
de la Libye.
Étymologie: Λιβύη, -θε.
Greek Monolingual
Λιβύηθε, Λιβύηθεν και δωρ. τ. Λιβύαθε, Λιβύαθεν (Α)
επίρρ. από τη Λιβύη («ὡς ὅκα τὸν Λιβύαθε ποτὶ χρόμιν ᾆσας ἐρίσδων», Θεόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Λιβύη + επιρρμ. κατάλ. -θε, -θεν (πρβλ. Λυκίηθεν, Σπάρτηθεν)].
Russian (Dvoretsky)
Λῐβύηθε: дор. Λῐβύᾱθε adv. из Ливии Theocr.