Λιβύαθεν

From LSJ
Revision as of 14:06, 12 January 2021 by Spiros (talk | contribs)

Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)

Source

Middle Liddell

from Libya, Theocr.

French (Bailly abrégé)

adv.
de la Libye.
Étymologie: Λιβύη, -θε.

Greek Monolingual

Λιβύηθε, Λιβύηθεν και δωρ. τ. Λιβύαθε, Λιβύαθεν (Α)
επίρρ. από τη Λιβύη («ὡς ὅκα τὸν Λιβύαθε ποτὶ χρόμιν ᾆσας ἐρίσδων», Θεόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Λιβύη + επιρρμ. κατάλ. -θε, -θεν (πρβλ. Λυκίηθεν, Σπάρτηθεν)].

Russian (Dvoretsky)

Λῐβύηθε: дор. Λῐβύᾱθε adv. из Ливии Theocr.