πει

From LSJ
Revision as of 09:41, 13 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")

Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαRoot of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)

The Bible, 1 Timothy, 6:10
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πει Medium diacritics: πει Low diacritics: πει Capitals: ΠΕΙ
Transliteration A: pei Transliteration B: pei Transliteration C: pei Beta Code: pei

English (LSJ)

Doric indef., anywhere, SIG 527.126 (Dreros, iii BC).

Greek Monolingual

(I)
και πι, το / πεῖ, και πῑ, ΝΜΑ
η ονομασία του γράμματος π.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην Ελληνική του γράμματος pē του βορειοσημιτικού αλφαβήτου που σήμαινε αρχικά το «στόμα». Η αρχική απόδοση του πεῖ ήταν με νόθο δίφθογγο / ē / ενώ η γρφ. πῖ είναι νεώτερο προϊόν ιωτακισμού. Η ονομασία του γράμματος πεῖ φαίνεται ότι αποτέλεσε το πρότυπο της ονομασίας των φεῖ, χεῖ, ψεῖ και ξεῖ (βλ. και εγκυκλοπαιδικό λ. -π-)].