συνάθροισμα

From LSJ
Revision as of 18:50, 25 March 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")

Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n

Menander, Monostichoi, 149
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνάθροισμα Medium diacritics: συνάθροισμα Low diacritics: συνάθροισμα Capitals: ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΜΑ
Transliteration A: synáthroisma Transliteration B: synathroisma Transliteration C: synathroisma Beta Code: suna/qroisma

English (LSJ)

ατος, τό, A assemblage, Apollon.Lex. s.v. ἀγορά.

German (Pape)

[Seite 997] τό, das Gesammelte, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συνάθροισμα: τό, συνάθροισις, Ἀπολλ. Λεξικ. Ὁμηρ. ἐν λ. ἀγορά· συνάθροισμα τῶν Ἰουδαίων, συνέλευσις, συμβούλιον, Ἀθαν. τ. 2, σ. 224Β.

Greek Monolingual

το, ΝΜΑ συναθροίζω
1. συνάθροιση, συγκέντρωση
2. συνέλευση («τὸ ἄδικον τοῦ παρανόμου συναθροίσματος τῶν Ἰουδαίων», Αθανάσ.).

Greek Monolingual

το, ΝΜΑ συναθροίζω
1. συνάθροιση, συγκέντρωση
2. συνέλευση («τὸ ἄδικον τοῦ παρανόμου συναθροίσματος τῶν Ἰουδαίων», Αθανάσ.).