ἰξεύτρια
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
ἡ, fem. of ἰξευτήρ, epithet of Τύχη, Plu.2.322f:—written ἰξευτηρία, ib.281e (s.v.l.).
German (Pape)
[Seite 1255] ἡ (fem. zu ἰξευτήρ), Τύχη, = ἰξευτηρία, Plut. fort. Rom. 10.
Greek (Liddell-Scott)
ἰξεύτρια: ἡ, θηλ. τοῦ ἰξευτήρ, ὡς ἐπίθ. τῆς Τύχης, Λατ. fortuna viscata, Πλούτ. 2. 231F· φέρεται δὲ καὶ ἰξευτηρία (εἰ ἡ γραφὴ ὀρθή), αὐτόθι 281Ε.
French (Bailly abrégé)
ας;
adj. f;
c. ἰξευτηρία.
Greek Monolingual
η (Α ἰξεύτρια)
θηλ. του ιξευτής.
Russian (Dvoretsky)
ἰξεύτρια: Plut. f к ἰξευτήριος.