ἀκοντοβόλος
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
ον, A dart-throwing, A.R.2.1000: as substantive in pl., Agath.3.20.
German (Pape)
[Seite 77] speerwerfend, Ap. Rh. 2, 1000; Opp. C. 3, 155.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκοντοβόλος: -ον, ὁ ῥίπτων τὸ ἀκόντιον, Ἀπολλ. Ροδ. 2. 1000.
Spanish (DGE)
-ον
• Prosodia: [ᾰ-]
tirador de jabalina Χαδήσιαι A.R.2.1000
•subst. οἱ ἀ. Agath.3.20.9, ἀ. αἰζηοί Opp.C.3.135.
Greek Monolingual
ἀκοντοβόλος, -ον (AM)
αυτός που ρίχνει το ακόντιο
μσν.
(το αρσενικό πληθυντικού ως ουσιαστικό) οἱ ἀκοντοβόλοι
οι ακοντιστές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄκων (Ι) -οντος + -βόλος < βάλλω].