κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
κρονεῖον, τὸ (Α)ναός του θεού Κρόνου.[ΕΤΥΜΟΛ. < Κρόνος + επίθημα -εῖον (πρβλ. Μουσείον, Πυθείον)].