θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
Full diacritics: σπῐλωτός | Medium diacritics: σπιλωτός | Low diacritics: σπιλωτός | Capitals: ΣΠΙΛΩΤΟΣ |
Transliteration A: spilōtós | Transliteration B: spilōtos | Transliteration C: spilotos | Beta Code: spilwto/s |
σπιλωτή, σπιλωτόν, stained, Glossaria.
[Seite 921] befleckt, Sp.
σπῐλωτός: -ή, -όν, (σπιλόω) κεκηλιδωμένος, «λερωμένος», Γλωσσ.
-ή, -ό / σπιλωτός, -ή, -όν, ΝΑ σπιλῶ, -ώνω
αυτός που έχει κηλίδες, στίγματα.