Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?
Full diacritics: κωποξύστης | Medium diacritics: κωποξύστης | Low diacritics: κωποξύστης | Capitals: ΚΩΠΟΞΥΣΤΗΣ |
Transliteration A: kōpoxýstēs | Transliteration B: kōpoxystēs | Transliteration C: kopoksystis | Beta Code: kwpocu/sths |
κωποξύστου, ὁ, (κώπη, ξύω) oar-maker, SIG1000.17 (Cos), Glossaria.
κωποξύστης, ὁ (Α)
αυτός που κατασκευάζει κουπιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κώπη + ξύστης (< ξύω), πρβλ. λιθο-ξύστης, ουρανο-ξύστης.