τετράγραμμος

From LSJ
Revision as of 11:45, 10 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")

ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν· οὕτω βαθὺν λόγον ἔχει → one would never discover the limits of soul, should one traverse every road—so deep a measure does it possess

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράγραμμος Medium diacritics: τετράγραμμος Low diacritics: τετράγραμμος Capitals: ΤΕΤΡΑΓΡΑΜΜΟΣ
Transliteration A: tetrágrammos Transliteration B: tetragrammos Transliteration C: tetragrammos Beta Code: tetra/grammos

English (LSJ)

ον, perhaps = τετράγωνος, ὑποβώμιον Inscr. gr.et lat. de la Syrie i 153 (Cyrrhus).

German (Pape)

[Seite 1097] mit od. von vier Linien, Sp.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ τετράγραμμον
τα τέσσερα εβραϊκά σύμφωνα (YHWH) που συμβολίζουν το προσωπικό όνομα του θεού τών Ισραηλιτών Γιαχβέ, αλλ. τετραγράμματον
αρχ.
1. αυτός που αποτελείται από τέσσερα γράμματα, τετραγράμματος
2. πιθ. τετράγωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -γραμμος (< γράμμα), πρβλ. ὁμόγραμμος].