ἀλφηστικός

From LSJ
Revision as of 17:21, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

παρώνυμα δέ λέγεται ὅσα ἀπό τινος διαφέροντα τῇ πτώσει τήν κατά τοὔνομα προσηγορίαν ἔχει, οἷον ἀπό τῆς γραμματικῆς ὁ γραμματικός καί ἀπό τῆς ἀνδρείας ὁ ἀνδρεῖος. → Things are said to be named 'derivatively', which derive their name from some other nam

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφηστικός Medium diacritics: ἀλφηστικός Low diacritics: αλφηστικός Capitals: ΑΛΦΗΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: alphēstikós Transliteration B: alphēstikos Transliteration C: alfistikos Beta Code: a)lfhstiko/s

English (LSJ)

ὁ, = ἀλφηστής ΙΙ, Arist.Fr.307, Diocl. Fr.135.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
ict. maragota, Labrus merula L., Arist.Fr.307, Diocl.Fr.135.

German (Pape)

[Seite 112] derselbe Fisch, Arist. bei Ath. a. a. O.

Russian (Dvoretsky)

ἀλφηστικός: ὁ рыба, предполож. губан Arst.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφηστικός: ὁ, = ἀλφηστής, ΙΙ, Ἀριστ. Ἀποσπ. 290.

Greek Monolingual

ἀλφηστικός, ο (Α) ἀλφηστής
1. ο αλφηστής
2. ο ένας πίσω από τον άλλον (όπως οι ἀλφησταὶ ἰχθύες).