ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
Full diacritics: ἔβλητο | Medium diacritics: ἔβλητο | Low diacritics: έβλητο | Capitals: ΕΒΛΗΤΟ |
Transliteration A: éblēto | Transliteration B: eblēto | Transliteration C: evlito | Beta Code: e)/blhto |
v. βάλλω. ἐβλόν· ἀπόπληκτον, Hsch.
v. βάλλω.
3ᵉ sg. ao.2 Pass. épq. de βάλλω.
ἔβλητο: ἴδε τὸ ῥῆμα βάλλω.
see βάλλω.
ἔβλητο: γʹ ενικ. Επικ. Παθ. αόρ. βʹ του βάλλω.