Μυτιλήνη
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
English (LSJ)
ἡ, Mytilene, the chief city of Lesbos, Hecat.140 J., etc.; Lesb. Μυτιλήνα IG12(2).1.7:—hence Μυτιληναῖοι, οἱ, Mytileneans, ib.12.60.1,17: freq. written corruptly Μιτυλήνη, Μιτυληναῖοι.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Mytilène, ville principale de Lesbos.
Russian (Dvoretsky)
Μῠτῐλήνη: ἡ = Μιτυλήνη.
Greek (Liddell-Scott)
Μῠτῐλήνη: ἡ, ἡ πρωτεύουσα πόλις τῆς Λέσβου, Ἑκαταίου Ἀποσπ. 101, κτλ.· συχνάκις φέρεται ἐσφαλμένως Μιτυλήνη.
Greek Monotonic
Μῠτῐλήνη: ἡ, Μυτιλήνη, πρωτεύουσα της νήσου Λέσβου, σε Θουκ.