πτύγξ

From LSJ
Revision as of 11:51, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Ὅπου βία πάρεστιν, οὐ σθένει νόμος → Quo vis irrumpit, ibi nihil leges valent → Da, wo Gewalt obherrscht, ist kein Gesetz in Kraft

Menander, Monostichoi, 409
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πτύγξ Medium diacritics: πτύγξ Low diacritics: πτύγξ Capitals: ΠΤΥΓΞ
Transliteration A: ptýnx Transliteration B: ptynx Transliteration C: ptygks Beta Code: ptu/gc

English (LSJ)

πτυγγός, ὁ, eagle-owl, = ὕβρις, dub. l. in Arist.HA615b11.

German (Pape)

[Seite 811] υγγός, ἡ, ein Raubvogel, = ὑβρίς, Arist. H. A. 9, 12. S. auch πῶϋγξ.

French (Bailly abrégé)

υγγός (ἡ) :
sorte d'oiseau aquatique, appelé aussi ὑβρίς.
Étymologie:.

Russian (Dvoretsky)

πτύγξ: πτυγγός ἡ (или ὑβρίς) птинг (род ночной хищной птицы) Arst.

Greek (Liddell-Scott)

πτύγξ: -υγγός, ὁ, εἶδος γλαυκὸς μεγάλης, «ἡ δ’ ὑβρίς, φασὶ δέ τινες εἶναι τὸν αὐτὸν τοῦτον ὄρνιθα τῷ πτυγγί, οὗτος ἡμέρας μὲν οὐ φαίνεται διὰ τὸ μὴ βλέπειν ὀξύ, τὰς δὲ νύκτας θηρεύει ὥσπερ οἱ ἀετοὶ» Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 12, 5.

Greek Monolingual

πτυγγός, ὁ, Α
1. κουκουβάγια
2. μπούφος.