ῥυτά
From LSJ
ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.
English (LSJ)
τά, v. ῥῡτός (B) 2.
French (Bailly abrégé)
ῶν (τά) :
]bride.
Étymologie: ῥυτός³.
German (Pape)
[ῡ], τά, poet. = ῥυτήρ, Zügel, ῥυτὰ χαλαίνειν, Hes. Sc. 308 (s. ῥυτός² 2).
Russian (Dvoretsky)
ῥῡτά: τά ῥυτός III] поводья, вожжи Hes.
Greek (Liddell-Scott)
ῥῡτά: τά, ἴδε ῥῡτὸς 2.
Greek Monolingual
τὰ, Α
βλ. ῥυτός (ΙΙ).
Greek Monotonic
ῥῡτά: τά, βλ. ῥῡτός 2.