Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist
Full diacritics: ὀκωχή | Medium diacritics: ὀκωχή | Low diacritics: οκωχή | Capitals: ΟΚΩΧΗ |
Transliteration A: okōchḗ | Transliteration B: okōchē | Transliteration C: okochi | Beta Code: o)ktwh/ |
ἡ,
A hold, stay, EM596.50 :
[Seite 318] ἡ, Stütze, Halt, Gramm.
ὀκωχή, ἡ (Α)
(αντί ὄχή) στήριγμα, υποστήριξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από ὀχή με αναδιπλασιασμό (πρβλ. οδωδή, οπωπή)].