ἐναριστάω
From LSJ
English (LSJ)
A take breakfast in . ., Eup.250, Suid.s.v.Νικόλαος. II take a snack for breakfast (cf. ἐμφαγεῖν 1), Hp.Vict.3.68,80.
German (Pape)
[Seite 829] frühstücken in, Hippocr. u. VLL.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνᾱριστάω: λαμβάνω ἄριστον, προγευματίζω ἢ ἁπλῶς ἐσθίω ἐντὸς μέρους τινός, Ἱππ. 368. 3., 373. 31, Εὔπολις ἐν «Ταξιάρχοις» 1.