Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master
Full diacritics: ἐντεχνής | Medium diacritics: ἐντεχνής | Low diacritics: εντεχνής | Capitals: ΕΝΤΕΧΝΗΣ |
Transliteration A: entechnḗs | Transliteration B: entechnēs | Transliteration C: entechnis | Beta Code: e)ntexnh/s |
ές,
A f.l. for ἔντεχνος, Sch.Pi.N.8.24.
[Seite 856] ές, = ἔντεχνος; Schol. Pind. N. 8, 24; K. S.; vgl. Lob. zu Phryn. p. 345.
ἐντεχνής: -ές, -ἔντεχνος, Κύριλλ., Σχόλ. εἰς Πινδ. Ν. 8. 24. ― Ἐπίρρ. ἐντεχνέως, μετὰ τέχνης, Χρησμ. Σιβυλλ. σ. 56.