ἀνδραποδιστήριος
From LSJ
ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
English (LSJ)
α, ον,
A fitted for enslaving, Tz.ad Lyc.784.
German (Pape)
[Seite 216] zum Sklaven machend, Lycophr. 784.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδραποδιστήριος: -α, -ον, κατάλληλος ἢ ἐπιτήδειος πρὸς ἀνδραποδισμόν, Τζέτζ. Λυκ. 784.
Spanish (DGE)
-α, -ον apto para ser esclavo Tz.ad Lyc.784.