ἐπαντλαῖος
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
English (LSJ)
ον,
A = ἱμαῖος, Hsch. s.h.v. (ἐπανταῖος cod.).
Greek Monolingual
ἐπαντλαῑος και ἐπάντλειος, ο (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἱμαῑος, τὸ ᾆσμα ὅ ᾄδουσιν οἱ ἀντληταί».