στερρόνους

From LSJ
Revision as of 12:32, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στερρόνους Medium diacritics: στερρόνους Low diacritics: στερρόνους Capitals: ΣΤΕΡΡΟΝΟΥΣ
Transliteration A: sterrónous Transliteration B: sterronous Transliteration C: sterronous Beta Code: sterro/nous

English (LSJ)

ουν,

   A hard-, stern-minded, Tz. ad Hes.Op.129 (Comp.).

Greek (Liddell-Scott)

στερρόνους: ουν, ὁ ἔχων στερεὸν (γερόν), αὐστηρὸν νοῦν, Τζέτζ. εἰς Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 129.

Greek Monolingual

-ουν, Α
αυτός που έχει σκληρό, δηλαδή αυστηρό νου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερρός, άλλος τ. του στερεός
+ -νους (< νόος, νοῦς), πρβλ. βραδύ-νους, οξύ-νους].