ἀμπελομιξία
From LSJ
Ἡδύ γε σιωπᾶν ἢ λαλεῖν, ἃ μὴ πρέπει → Silentium anteferendum est turpiloquentiae → Schweig lieber, als zu sagen, was sich nicht gehört
English (LSJ)
ἡ,
A intercourse with vines, Luc.VH1.9.
German (Pape)
[Seite 129] ἡ, Begattung mit Weinstöcken, Luc. V. H. 1, 9.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμπελομιξία: ἡ, μῖξις μετ’ ἀμπέλου ἢ μεταμόρφωσις εἰς ἄμπελον, Λουκ. Ἀλ. Ἱστ. Α. 9.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
mélange de plants de vigne à d’autres cultures.
Étymologie: ἄμπελος, μίγνυμι.