περιγνάμπτω
From LSJ
Δὶς ἐξαμαρτεῖν ταὐτὸν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ → Qui sapit, eundem non bis errabit modum → Den selben Fehler zwei Mal macht kein kluger Mann
English (LSJ)
A double a headland, Μάλειαν Od.9.80 ; ἄκρην A.R.2.364. 2 intr., curve, ὀρθαὶ ἑκάτερθε π. κεραῖαι Arat.790. 3 bend, στάχυν Nonn.D.41.225 : metaph., φρένα π. κεστῷ ib.8.174.
German (Pape)
[Seite 572] umbiegen, umlenken, Hom. vrbdt μὲ – περιγνάμπτοντα Μάλειαν, Od. 9, 80, als ich um Maleia herumbog, mit dem Schiffe.
Greek (Liddell-Scott)
περιγνάμπτω: περικάμπτω (ἄκραν), περιπλέω, περιγνάμπτοντα Μάλειαν Ὀδ. Ι. 80· ἄκρην Ἀπολλ. Ροδ. Β. 364·