ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
Full diacritics: μᾰκών | Medium diacritics: μακών | Low diacritics: μακών | Capitals: ΜΑΚΩΝ |
Transliteration A: makṓn | Transliteration B: makōn | Transliteration C: makon | Beta Code: makw/n |
A v. μηκάομαι. μάκων [ᾱ], μᾱκώνειον, μᾱκωνίς, v. μηκ-.
μᾰκών: ἀρχαία ποιητ. μετοχ. τοῦ ἀορ. τοῦ μηκάομαι (ὃ ἴδε), Ὅμηρ.· - «μακών· βοήσας» Ἡσύχ.
part. ao.2 de μηκάομαι.