κατομβρία
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
English (LSJ)
ἡ,
A heavy rain, Lyd.Ost.30, al.: pl., ib.58.
German (Pape)
[Seite 1403] ἡ, das Beregnen, Ueberschwemmen.
Greek (Liddell-Scott)
κατομβρία: ἡ, μεγάλη, ἰσχυρὰ βροχή, ἡ ἐκ τῆς βροχῆς πλήμμυρα, Ἰω. Λυδ. π. Διοσημ. 30, κτλ.· πληθ., αὐτόθι 58.