Ἰνδολέτης

From LSJ
Revision as of 07:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἰνδολέτης Medium diacritics: Ἰνδολέτης Low diacritics: Ινδολέτης Capitals: ΙΝΔΟΛΕΤΗΣ
Transliteration A: Indolétēs Transliteration B: Indoletēs Transliteration C: Indoletis Beta Code: *)indole/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A Indian-killer, of Dionysus, AP9.524.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
vainqueur de l’Inde.
Étymologie: Ἰνδός, ὄλλυμι.

Greek Monolingual

Ἰνδολέτης, ὁ (Α)
(ως επίθ. του Διονύσου) αυτός που εξολόθρευσε τους Ινδούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἰνδός + -ὀλέτης (< ὀλέτης < ὄλλυμι «καταστρέφω, χάνω»), πρβλ. ανδρ-ολέτης, θηρ-ολέτης].