Ὅσον ζῇς, φαίνου, μηδὲν ὅλως σὺ λυποῦ· πρὸς ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν, τὸ τέλος ὁ χρόνος ἀπαιτεῖ. → While you live, shine; have no grief at all; life exists only for a short while, and time demands its toll.
3ᵉ pl. impf. poét. de ἔνειμι;3ᵉ pl. ao.2 poét. de ἐνίημι.
see ἔνειμι.
ἔνεσαν: Επικ. αντί ἔνησαν, γʹ πληθ. παρατ. του ἔνειμι (εἰμί, sum).