asesino
From LSJ
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund
Spanish > Greek
αἱματηρός, αἱματουργός, ἀκρόχειρ, ἀνδρειφόντης, ἀνδρόβαλος, ἀνδροκόνος, ἀνδροκτόνος, ἀνδρολέτης, ἀνδροφονεύς, ἀνδροφόνος, ἀνδροφόντης, ἀνθρωποκτόνος, ἀνθρωπόλεθρος, ἄρταμος, αὐθέντης, αὐτοέντης, αὐτοφονευτής, αὐτοφόντης, αὐτόχειρ, βροτοφόντης, δαΐκτωρ, δαΐξανδρος, δαμασήνωρ, δαμασίφως, ἐναρίμβροτος, μιαιφόνος, παλαμναῖος, σφαγεύς, φονεύς