παρακαθίστημι

From LSJ
Revision as of 19:43, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου → thou shalt not covet thy neighbor's wife, thou shalt not covet thy neighbour's wife, you shall not covet your neighbor's wife, you shall not covet your neighbour's wife

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρακαθίστημι Medium diacritics: παρακαθίστημι Low diacritics: παρακαθίστημι Capitals: ΠΑΡΑΚΑΘΙΣΤΗΜΙ
Transliteration A: parakathístēmi Transliteration B: parakathistēmi Transliteration C: parakathistimi Beta Code: parakaqi/sthmi

English (LSJ)

also παρακαθ-ιστάνω, J.AJ14.15.7:—

   A set down beside, station or establish beside, στρατιώτας ὥσπερ ἐπόπτας π. D.4.25; πολιτείας ἐναντίας π. Isoc. 4.104, cf. IG12.46.9; π. ἐπίτροπόν τινι D.S.16.38, cf. PCair.Zen.199.7 (iii B. C.), PRev.Laws54.15 (iii B. C.):—Pass., παρακαθεσταμένος τινί being made his colleague, D.S.16.47.

German (Pape)

[Seite 481] (s. ἵστημι), daneben, an der Seite hinstellen, einsetzen; πολιτείας ἐναντίας, Isocr. 4, 104; παρακατέστησε φυλακήν, Plut. Fab. Max. 7; ἐπίτροπόν τινι, D. Sic. 16, 38; a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

παρακαθίστημι: μέλλ. -καταστήσω· ἐνεστ. ὡσαύτως -καθιστάνω Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 14. 15, 7· - τοποθετῶ πλησίον, καθίστημι πλησίον, ἐπόπτας π. τινὰς Δημ. 47. 5· πολιτείας π. ἐναντίας Ἰσοκρ. 62Β· π. ἐπίτροπόν τινι Διόδ. 16. 38.

French (Bailly abrégé)

f. παρακαταστήσω, ao. παρακατέστησα, etc.
établir auprès, placer à côté.
Étymologie: παρά, καθίστημι.