παραστρατοπεδεύω
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
A encamp beside or opposite to, τινι Plb.2.6.3 ; ἀλλήλοις D.H.2.41 : abs., Plb.3.17.4, Polyaen.5.2.10, etc. :—Med., c. dat., Chio Ep.3.1.
German (Pape)
[Seite 500] dabei das Lager aufschlagen, πόλει, Pol. 3, 17, 4, ἀλλήλοις, 3, 112, 6, τοῖς βεβοηθηκόσι, 2, 6, 3; D. Hal. 9, 24; Plut. Camill. 37 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
παραστρᾰτοπεδεύω: στρατοπεδεύω πλησίον ἢ ἀπέναντί τινος, τινὶ Πολύβ. 2. 6, 3., 3. 17, 4, κλ.· - μέσ., Χίωνος Ἐπιστ. 3 - Ἴδε Herwerden Ἐπιστολὴν Κριτικὴν ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 389.
French (Bailly abrégé)
camper auprès ou en face de, τινι;
Moy. παραστρατοπεδεύομαι m. sign.
Étymologie: παρά, στρατοπεδεύω.