ἀντεναντίωσις
From LSJ
Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld
English (LSJ)
εως, ἡ, Rhet.,
A positive statement made in a negative form, as οὐκ ἐλάχιστα for μέγιστα, Alex.Fig.2.23, Zonae.Fig. 22.
German (Pape)
[Seite 246] ἡ, die Redefigur, welche durch Verneinung eines Begriffs den entgegengesetzten bezeichnet, Rhett.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντεναντίωσις: -εως, ἡ, ῥητορικὸν σχῆμα καθ’ ὃ τὸ ἐναντίον ὄνομά τινος τιθέντες αὐτὸ ἐκεῖνο σημαίνομεν, οἷον ἐχθροὺς ἔσχεν οὐ τοὺς ἀδυνατωτάτους λέγειν καὶ πράττειν, δηλ. τοὺς δυνατωτάτους, Ρήτορες (Walz) 8. 481.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ ret. lítotes Alex.Fig.2.23, Zonae.22.