ἀπεικότως
From LSJ
ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.
English (LSJ)
ἀπεικώς,
A v. ἀπέοικα.
German (Pape)
[Seite 283] unpassend. ungebührlich, mit Unrecht, ἔχειν τι Thuc, 1, 73; οὐκ ἀπ., natürlich, 2, 8. 8, 68, s. ἀπέοικα.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπεικότως: ἀπεικώς, ἴδε ἐν λ. ἀπεοικώς.
French (Bailly abrégé)
adv.
1 sans vraisemblance;
2 sans raison, à tort.
Étymologie: ἀπεικώς.
Spanish (DGE)
v. ἀπέοικα.