Λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν λόγος → Sanare luctum scit benevola oratio → Betrübnis weiß zu heilen ein geneigtes Wort
Full diacritics: μελιστής | Medium diacritics: μελιστής | Low diacritics: μελιστής | Capitals: ΜΕΛΙΣΤΗΣ |
Transliteration A: melistḗs | Transliteration B: melistēs | Transliteration C: melistis | Beta Code: melisth/s |
οῦ, ὁ,
A = μελικτής, Anacreont.59.8.
[Seite 124] ὁ, = μελικτής, der Sänger, Anacr. 59, 31.
μελιστής: -οῦ, ὁ, = μελικτής, Ἀνακρεόντ. 62. 31.
μελιστής, ὁ (Α) μελίζω
αοιδός, τραγουδιστής, μουσικός.