βοτρυοχαίτης
From LSJ
Ἱστοὶ γυναικῶν ἔργα κοὐκ ἐκκλησίαι → Muliebre telae sunt opus, non contio → Der Webstuhl ist der Frau Geschäft, nicht Politik
English (LSJ)
ου, ὁ,
A with clustering hair, AP9.524.
German (Pape)
[Seite 455] mit Trauben im Haar, Dionysus, Anth. IX, 524.
Greek (Liddell-Scott)
βοτρυοχαίτης: -ου, ὁ, ὁ ἔχων βότρυς εἰς τὴν κόμην του, Ἀνθ. II. 9. 524.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
aux cheveux orné de grappes de raisin ép. de Dionysos.
Étymologie: βότρυς, χαίτη.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ de cabellos ornados con racimos epít. de Dioniso AP 9.524.3.
Greek Monolingual
βοτρυοχαίτης, ο (Α)
αυτός που έχει σταφύλια στα μαλλιά του.
Greek Monotonic
βοτρῠοχαίτης: -ου, ὁ (χαίτη), αυτός που έχει μαλλιά που μοιάζουν με τσαμπί σταφυλιών, σε Ανθ.