ἰχθυσιληϊστήρ

From LSJ
Revision as of 21:20, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

τὸ γὰρ ὑπέγγυον δίκᾳ καὶ θεοῖσιν → liability to human and divine justice

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰχθῠσιληϊστήρ Medium diacritics: ἰχθυσιληϊστήρ Low diacritics: ιχθυσιληϊστήρ Capitals: ΙΧΘΥΣΙΛΗΪΣΤΗΡ
Transliteration A: ichthysilēïstḗr Transliteration B: ichthysilēistēr Transliteration C: ichthysiliistir Beta Code: i)xqusilhi+sth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A a stealer of fish, AP7.295 (Leon.).

German (Pape)

[Seite 1276] ῆρος, ὁ, s. ἰχθυοληϊστήρ.

Greek (Liddell-Scott)

ἰχθῠσιληϊστήρ: ῆρος, ὁ, κλέπτης τῶν ἰχθύων, Ἀνθ. Π. 7. 295· κ. ἄλλως ἰχθυοληϊστήρ, ἀλλ’ ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. 687.

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
destructeur de poissons.
Étymologie: ἰχθύς, ληΐζομαι.

Greek Monolingual

ἰχθυσιληϊστήρ, ὁ (Α)
ο κλέφτης τών ψαριών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθύς (δοτ. ἰχθύσι;) + ληϊστήρ «κλέφτης, ληστής»].

Greek Monotonic

ἰχθῠσιληϊστήρ: -ῆρος, ὁ, κλέφτης ψαριών, σε Ανθ.