μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς, κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → never mock a disaster, fate is common to all and the future unknown
πελέσκεο: πέλευ, ἴδε ἐν λ. πέλομαι.
2ᵉ sg. impf. itér. Moy. de πέλω.
see πέλω.
πελέσκεο: Ιων. και Επικ. βʹ ενικ. παρατ. του πέλομαι· προστ. πέλευ αντί πέλου.