ῥά
μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides
English (LSJ)
[ᾰ], enclit. Particle, Ep. for ἄρα (q.v.), freq. in Hom.and Pi.; less freq. in Trag. (lyr.),
A ἦ ῥα A.Pers.633, S.Aj.172; ἤ ῥα ib.177, B. 18.33.—This and κα are the only monosyll. Particles not ending in ε which allow elision.
German (Pape)
[Seite 829] enkl. Partikel, ep. statt ἄρα, w. m. s.; oft bei Hom.; Pind. Ol. 7, 59 P. 4, 57 I. 6, 3 u. öfter; ἦ ῥ' ἀΐει, Aesch. Pers. 625, wie Soph. Ai. 172; das einzige nicht auf ε endende einsylbige Wort, das die Elision zuläßt.
Greek (Liddell-Scott)
ῥά: [ᾰ], ἐγκλιτ. μόριον, Ἐπικ. ἀντὶ ἄρα (ὃ ἴδε), συχν. παρ’ Ὁμ. καὶ Πινδ.· σπανιώτερον (ἐν λυρ. χωρίοις) παρὰ τοῖς Τραγικοῖς, ἦ ῥα Αἰσχύλ. Πέρσ. 633, Σοφ. Αἴ. 172· ἤ ῥα αὐτόθι 177· ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 114, Θεσμ. 260, ὁ Δινδ. διορθοῖ ἆρ’. -Τοῦτο εἶναι τὸ μόνον μονοσύλλαβον μόριον ὅπερ δὲν λήγει εἰς ε καὶ πάσχει ἔκθλιψιν.
French (Bailly abrégé)
adv. encl.
donc, certes ; ἦ ῥα ESCHL, ἤ ῥα SOPH m. sign.
English (Autenrieth)
see ἄρα.
Greek Monotonic
ῥά: [ᾰ], εγκλιτ. μόριο, Επικ. αντί ἄρα, σε Όμηρ.· σπανιότερα, στα λυρικά χωρία των Τραγ.