κοταίνω

From LSJ
Revision as of 07:24, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (nl)

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → Maeroris unica medicina oratio → für Menschen ist der Trauer Arzt allein das Wort

Menander, Monostichoi, 326
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοταίνω Medium diacritics: κοταίνω Low diacritics: κοταίνω Capitals: ΚΟΤΑΙΝΩ
Transliteration A: kotaínō Transliteration B: kotainō Transliteration C: kotaino Beta Code: kotai/nw

English (LSJ)

   A = κοτέω, A.Th.485 (lyr.):—also κοτάω, Et.Gud.s.v. ἐνεκότουν.

Greek (Liddell-Scott)

κοταίνω: κοτέω, Αἰσχύλ. Θήβ. 485· ὡσαύτως κοτάω, Bast. εἰς Γρηγ. Κ. 896· κότε, κοτέ, Ἰων. ἀντὶ πότε, ποτέ.

French (Bailly abrégé)

seul. prés;
c.
κοτέω.

Greek Monolingual

κοταίνω (Α)
κοτέω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κότος + κατάλ. -αίνω, τ. σχηματισμένος πιθ. αναλογικά προς το θυμαίνω].

Greek Monotonic

κοταίνω: = κοτέω, σε Αισχύλ.

Russian (Dvoretsky)

κοταίνω: (только praes.) Aesch. = κοτέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κοταίνω zie κοτέω.