περσεύς
Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings
German (Pape)
[Seite 603] ὁ, ein Fisch, Ael. H. A. 3, 28.
French (Bailly abrégé)
έως (ἡ) :
sorte de poisson de la mer Rouge.
Étymologie: DELG ?
Greek Monolingual
ὁ, Α
ονομασία ψαριού της Ερυθράς Θάλασσας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, το προσηγορικό προέρχεται από το ανθρωπωνύμιο Περσεύς. Κατ' άλλη άποψη, πρόκειται για δάνεια λ. σχηματισμένη κατά τα ονόματα σε -εύς. Κατ' άλλους, τέλος, το ψάρι περσεύς ταυτίζεται με ένα είδος ψαριού που στα αραβικά ονομάζεται bohar. Ο τ. περσεύς εμφανίζει και παράλληλο τ. πέρσος].
Frisk Etymological English
Grammatical information: m.
Meaning: name of an unknown fish in the Red Sea (Ael. NA 3, 28); also πέρσος ὁ ἰχθῦς ποιὸς ἐν Ἐρυθρᾳ̃ γινόμενος H.
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Acc. to Ael. l.c. identical with the PN, what Strömberg Fischn. 96 tries to motivate. Rather a transformed foreign word (cf. Bosshardt 71). Thompson Fishes s. v. considers to identify the περσεύς with the Arab. fish bohar in meaning, evtl. also linguistically(?).